αντιδάκτυλος
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
Greek Monolingual
ἀντιδάκτυλος, ο (AM)
μσν.
το χοντρό δάχτυλο του χεριού, ο αντίχειρας
αρχ.
ο ανεστραμμένος δάκτυλος, ο ανάπαιστος (υυ-).