πεσεῖν ἐς τὸ μὴ τελεσφόρον → fall fruitless to the ground, fall powerless to the ground
ἀντιμεθίστημι (Α)Ι. μετακινώ, ανατρέπωII. (-αμαι)κάνω αμοιβαία αλλαγή θέσεων με κάποιον.