απανθρωπιά

From LSJ

διὰ χαρίτων γίγνεσθαί τινι → be pleasing to one

Source

Greek Monolingual

η (Α ἀπανθρωπιά)
νεοελλ.
έλλειψη αγαθών ανθρώπινων συναισθημάτων, σκληρότητα, αγριότητα