απογύμνωση

From LSJ

ταυτὶ γὰρ συκοφαντεῖσθαι τὸν Ἕκτορα ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου → that is a false charge brought against Hector by Homer

Source

Greek Monolingual

η (AM ἀπογύμνωσις)
η αφαίρεση όλων των ενδυμάτων, το ξεγύμνωμα
νεοελλ.
1. η πλήρης αρπαγή των υπαρχόντων κάποιου, η ληστεία
2. η λεηλασία.