ἐνίοτε οἱ οἰκέται εἰς τὴν θάλασσαν ἐλαύνουσιν αὐτούς → sometimes the slaves ride them into the sea
ἀποπίπτω (Α)1. πέφτω από κάπου, γλιστρώ2. σταλάζω3. αποτυγχάνω σε κάτι.