αργυρογλυπτική

From LSJ

μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά → you are worried and bothered about so many things, thou art careful and troubled about many things, you are worried and upset about many things

Source

Greek Monolingual

η
η τέχνη του να χαράσσει, να σμιλεύει κάποιος τον άργυρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άργυρος + γλυπτική. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη].