Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν → explain Homer from Homer, explain Homer with Homer
-ές (AM ἀσαπής, -ές) σήπομαιαυτός που δεν σαπίζει, ο ασάπιστοςαρχ.ο ανεπεξέργαστος, ο αχώνευτος (ως ιατρ. όρος).