Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αφηγητής

From LSJ

Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν → Morbum quam tristitatem exantles facilius → Es lässt sich leichter krank sein als betrübt

Menander, Monostichoi, 383

Greek Monolingual

ο (θηλ. ἀφηγήτρια, η) (Α ἀφηγητήρ και ἀφηγήμων) αφηγούμαι
νεοελλ.
αυτός που αφηγείται κάτι
αρχ.
ο οδηγός.