πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
βαθύρρους, βαθύρρουν :ion. βαθύρροος, βαθύρροον;au courant profond.Étymologie: βαθύς, ῥέω.