βιβλιογνώστης

Greek Monolingual

ο (θηλ. -τρία, η)
αυτός που γνωρίζει την ιστορία, αξία, τιμή κ.λπ. των βιβλίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλίο(ν) + γνώστης (πρβλ. γαλλ. bibliognoste). Η λ. βιβλιογνώστης μαρτυρείται στον Κωνσταντίνο Ασώπιο].