βιβλιοφόρος
From LSJ
Ἐρωτώμενος διὰ τί ὀλίγους ἔχει μαθητάς, ἔφη ὅτι ἀργυρέᾳ αὐτοὺς ἐκβάλλω ῥάβδῳ → When asked why he had so few pupils, he replied ‘I chase them away with a silver stick (Diogenes Laertius 6.4.5, on the philosopher Antisthenes)
German (Pape)
[Seite 444] ὁ, Bücher, Briefe tragend, Pol. 4, 22 u. Sp., s. βιβλιαφόρος.
Russian (Dvoretsky)
βιβλιοφόρος: v. l. βιβλιαφόρος ὁ письмоносец или гонец Polyb.
Greek (Liddell-Scott)
βιβλιοφόρος: -ον, ὁ φέρων ἐπιστολάς, γραμματοκομιστής, Λατ. tabellarius, Πολυβ. Ἀποσπ. 38.
Greek Monolingual
βιβλιοφόρος και βιβλιαφόρος, ο (Α)
ο γραμματοκομιστής.