βορότης

From LSJ

ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)

Source

German (Pape)

[Seite 454] ητος, ἡ, Gefräßigkeit, Eustath.

Greek (Liddell-Scott)

βορότης: -ητος, ἡ, ἀδηφαγία, πολυφαγία, Εὐστ. Πονημ. 91. 26.

Spanish (DGE)

-ητος, ἡ hambre, apetito Eust.579.10.

Greek Monolingual

βορότης, η (Μ) βορός
αδηφαγία, πολυφαγία.