γαλατόπετρα

From LSJ

τῆς αἰδοῦς ὀλίγην ποιήσασθαι φειδώ → to have little consideration for self-respect

Source

Greek Monolingual

και γαλαχτόπετρα και γαλόπετρα
μικρή πέτρα από γαλακτίτη την οποία κρεμούσαν στον λαιμό της λεχώνας για να κατεβάσει γάλα.