γαστροφορώ

From LSJ

Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.

Source

Greek Monolingual

γαστροφορῶ (-έω) (Α)
(για λαγήνι με κρασί) έχω μέσα στην κοιλιά μου.