γεωδαίστης
From LSJ
English (LSJ)
γεωδαίστου, ὁ, land surveyor, Hero *Deff.138.3:—also γεωδαίτης, Call.Oxy.ined. (= Fr.158), Iamb.Comm.Math.26.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ geodesta, agrimensor μηχανικὸν εἶναι τὸν ἄνδρα δεῖν ᾤοντο καί γεωδαίστην Hero Def.138.3.