Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip
γηοῦχος, -ον (Μ)αυτός που έχει γη, ο ιδιοκτήτης γης.[ΕΤΥΜΟΛ. < γη + -ούχος < έχω].