γνωμοδότηση

From LSJ

Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticumWegzehrung für das Alter sorge stets dir vor

Menander, Monostichoi, 154

Greek Monolingual

η γνωμοδοτώ
έκφραση έγκυρης γνώμης από ειδικό ή συμβούλιο ειδικών για συγκεκριμένο θέμα, ζήτημα ή αντικείμενο.