μάλα δ' ὦκα θύρηθ' ἔα ἀμφὶς ἐκείνων → very soon I was out, away from them | very soon was out of the water, and away from them
δαιμονόλιθος, ο (Μ)1. λίθος που προέρχεται από δαίμονες, που έχει δαιμονικές ιδιότητες2. λίθος μαύρου χρώματος.