δακτυλεπίτριτοι

From LSJ

εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)

Source

Greek Monolingual

οι
μέτρο το οποίο απαρτίζεται από δάκτυλο και επίτριτο.