δευτερόκλαδος

From LSJ

οἴνῳ τὸν οἶνον ἐξελαύνεινchase out the wine with wine, take a hair of the dog that bit you, try to drive out the wine with wine

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον δεύτερο κλάδο ή στη δεύτερη βλάστηση
2. ο δευτερότοκος.