δεύτε
From LSJ
ἆρά γε λόγον ἔχει δυοῖν ἀρχαῖν, ὑλικῆς τε καὶ δραστικῆς → does it in fact have the function of two principles, the material and the active?
Greek Monolingual
δεῡτε επίρρ. (AM)
1. εδώ, προς τα εδώ, εμπρός! (με προστ., «δεῡτε, λείπετε στέγας, ἐξέλθετε», Ευρ. Μήδ.)
(με υποτ., «δεῡτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν καὶ κατάσχωμεν τήν κληρονομίαν αὐτοῦ» ΠΔ.
«δεῡτε... σήμερον τιμήσωμεν» εκκλ.)
2. ελάτε, προσέλθετε («δεῡτε ὀπίσω μου καί ποιήσω ὑμᾱς ἁλιεῖς ἀνθρώπων», ΚΔ. Ματθ. «δεῡτε λάβετε φῶς», εκκλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. δεύρο].