διακεκλασμένως

From LSJ

τέλος δεδωκώς Xθύλου, σoι χάριν φέρω → having given the end of Cthulhu, I confer a favor on you

Source

Spanish (DGE)

adv. sobre el part. perf. pas. de διακλάω flojamente op. σπουδαίως (cf. διακλάω II 1) Nil.M.79.516.