Ὁ μὴ γαμῶν ἄνθρωπος οὐκ ἔχει κακά → Multis malis caret ille, qui uxorem haud habet → Der Mann, der ledig bleibt, kennt keinen Leidensdruck
(I)διαπατῶ (-άω) (Α) απατώεξαπατώ πλήρως.(II)διαπατῶ (-έω) (Α) πατώκαταπατώ.