διαφήμιση
From LSJ
Sophocles, Fragment 698
Greek Monolingual
η (-ις)
1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα του διαφημίζω, διάδοση είδησης, διαλάληση, εξύμνηση, εγκωμιασμός
2. δημόσιος έπαινος τών πλεονεκτημάτων ενός αγαθού με σκοπό την αύξηση της αγοραστικής κινήσεως, ρεκλάμα
3. το δημοσίευμα με το οποίο επαινείται το αγαθό.