διόρισμα

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διόρισμα Medium diacritics: διόρισμα Low diacritics: διόρισμα Capitals: ΔΙΟΡΙΣΜΑ
Transliteration A: diórisma Transliteration B: diorisma Transliteration C: diorisma Beta Code: dio/risma

English (LSJ)

-ατος, τό, ordinance, Porph.Abst.1.7.

Spanish (DGE)

-ματος, τό prescripción, decreto Porph.Abst.1.7.

German (Pape)

[Seite 635] τό, Bestimmung, Erklärung, Sp.

Greek Monolingual

διόρισμα, το (AM) διορίζω
μσν.
περιστατικό
αρχ.
διαίρεση, διάκριση.