δράστας
From LSJ
Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία βροτοῖς → Doctrina hominibus optima est possessio → für Sterbliche ist Bildung das wertvollste Gut
English (LSJ)
ὁ, Doric for δρήστης (runaway).
Spanish (DGE)
v. 2 δράστης.
Russian (Dvoretsky)
δράστας: ὁ досл. беглый, перен. непокорный раб Pind.
Greek (Liddell-Scott)
δράστας: Δωρ. ἀντὶ δρήστης.
English (Slater)
δράστας drudge εὖ νιν ἔγνωκεν (sc. Δαμόφιλος τὸν καιρόν). θεράπων δέ οἱ, οὐ δράστας ὀπαδεῖ (“οἱ reprend νιν” Des Places, 31. (P. 4.287)