δυσανάλογος

From LSJ

Ἀλλ' ὑπ' ἐλπίδων ἄνδρας τὸ κέρδος πολλάκις διώλεσεν → But the profit-motive has destroyed many people in their hope for gain

Sophocles, Antigone, 221-2

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που δεν έχει αναλογία ή συμμετρία.