δυσαρμονικός
From LSJ
Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν → Quam dulce servo lenem herum nanciscier → Wie froh macht einen Sklaven doch ein guter Herr
Greek Monolingual
-ή, -ό(ν)
αυτός που βρίσκεται σε δυσαρμονία ή προκαλεί δυσαρμονία.
Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν → Quam dulce servo lenem herum nanciscier → Wie froh macht einen Sklaven doch ein guter Herr
-ή, -ό(ν)
αυτός που βρίσκεται σε δυσαρμονία ή προκαλεί δυσαρμονία.