δυστονία
From LSJ
Ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόν → Sleep is a terrible evil for humans → Magnum est malum somniculose vivere → Furchtbar setzt er Schlaf den Menschen zu
Spanish (DGE)
-ας, ἡ mús. disonancia, distonias mollire Fulg.3.9.
Greek Monolingual
η
αλλοίωση του τόνου τών ιστών, ιδιαίτερα τών μυών και τών αγγείων.