δυστονία

From LSJ

Ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόν → Sleep is a terrible evil for humans → Magnum est malum somniculose vivere → Furchtbar setzt er Schlaf den Menschen zu

Menander, Monostichoi, 523

Spanish (DGE)

-ας, ἡ mús. disonancia, distonias mollire Fulg.3.9.

Greek Monolingual

η
αλλοίωση του τόνου τών ιστών, ιδιαίτερα τών μυών και τών αγγείων.