Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato
(AM ἑδράζω) έδραἑδράζομαιστηρίζομαι σταθεράαρχ.-μσν.ἑδράζω1. τοποθετώ σταθερά κάτι2. ιδρύω, εγκαθιδρύω.