εθελάστειος
From LSJ
Διάλυε, μὴ σύγκρουε μαχομένους φίλους → Iurgia amicorum solvas, haud intenderis → Den Streit von Freunden schlichte, fache ihn nicht an
Greek Monolingual
ἐθελάστειος, -ον (Α)
το να θέλει κανείς να είναι ευγενικός και πολιτισμένος.