Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ελλειψοειδής

From LSJ

τὰν ἐπὶ τᾶς → Either with this or on this | Come back victorious or dead

Plutarch, Moralia, 241

Greek Monolingual

-ές
1. αυτός που έχει σχήμα έλλειψης
2. το ουδ. ως ουσ. το ελλειψοειδές
κλειστή επιφάνεια δεύτερου βαθμού που παράγεται από μεταβλητή έλλειψη η οποία στρέφεται γύρω από τον έναν άξονά της σταθερού μήκους.