εμποροκαπετάνιος
From LSJ
Νόμος γονεῦσιν ἰσοθέους τιμὰς νέμειν → Iubet parentes lex coli iuxta deos → Die Eltern gleich den Göttern ehren ist Gesetz
Greek Monolingual
ο
1. καπετάνιος πλοίου και συγχρόνως έμπορος, ιδιοκτήτης εμπορικού πλοίου που φορτώνει εμπορεύματα για λογαριασμό του και τά πωλεί στα διάφορα λιμάνια όπου καταπλέει
2. εμποροπλοίαρχος.