δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
ἐνζώννυμι (Α) ζώννυμιζώνω, περιζώνω, περικλείω, περιβάλλω («καλωδίου δέ ἄνωθεν ἀφεθέντος, ἐνζώσας ἑαυτὸν ἀνελήφθη πρὸς τὸ πλῆθος», Πλούτ.).