εντομολογία

From LSJ

Ὅτι οὐδὲν ἧττον τὰ αὐτὰ ποιήσουσι, κἂν σὺ διαρραγῇς → You may break your heart, but men will still go on as before

Source

Greek Monolingual

η
1. κλάδος της ζωολογίας ο οποίος ασχολείται με τα έντομα ή με τα εξάποδα και κατ' επέκταση με τα χερσαία αρθρωτά
2. ειδικός κλάδος της ιατροδικαστικής που ασχολείται με την έρευνα τών εντόμων τα οποία αναπτύσσονται στα πτώματα.