Ἔνιοι δὲ καὶ μισοῦσι τοὺς εὐεργέτας → Nonnulli oderunt adeo beneficos sibi → Es hassen manche sogar ihre Wohltäter
η (AM ἐξάλειψις) εξαλείφωαπάλειψη, εξαφάνιση («χαῖρε ἐξάλειψις πονηρών δαιμόνων»«ἐξάλειψη παθῶν»)αρχ.επικάλυψη, σοβάντισμα.