πρὸ τῆς φύσεως ἥκειν εἰς θάνατον → die before the natural term, die before one's time
η (AM ἐξαφάνισις) εξαφανίζω1. έκλειψη, απώλεια2. καταστροφή3. απόκρυψη πράγματος.