εξάνθημα

From LSJ

Ἦθος προκρίνειν χρημάτων γαμοῦντα δεῖ → Ex moribus, non aere, nupturam aestima → Bewerte den Charakter nicht das Geld der Braut

Menander, Monostichoi, 211

Greek Monolingual

το (AM ἐξάνθημα) εξανθώ
δερματική αλλοίωση, μικρό ερυθρηματώδες έλκος, πληγή
αρχ.-μσν.
άνθος («ἀκάνθης λευκὸν ἐξάνθημα», Ευστ.)
αρχ.
μτφ. τα πάθη («χρηστῆς φύσεως οἷον ἐξανθήματα», Πλούτ.).