διαπασῶν, διατεσσάρων, διαπέντε → through all, through four, through five (Pythagorean musical terms)
οεξερέθιση.[ΕΤΥΜΟΛ. < εξερεθίζω. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Εφημερίς].