επιθηλιακός
From LSJ
Κακὸν φέρουσι καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι → Evil friends bear evil fruit → Malo ex amico fructus oritur pessimus → Ertrag, den schlechte Freunde bringen, der ist schlecht
Greek Monolingual
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο επιθήλιο («επιθηλιακός ιστός» — το επιθήλιο).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1859 στον Ιωάνν. Γ. Ιωάννου].