ἐλάττω ἔχειν γῆν τὸν ἀγρὸν ἐπιστολῆς Λακωνικῆς → own a farm smaller than a Laconian letter, own a tiny farm
(Α ἐπιποθῶ, -έω)
1. επιθυμώ επιπλέον, σφοδρά («τοῦτ’ ἐστὶν ὃ ἔτι ἐπιποθῶ», Πλάτ.)
2. επιζητώ με μεγάλη επιθυμία
3. λυπάμαι για την στέρηση, αποζητώ.