εργοφόρος

From LSJ

Μέλλοντα ταῦτα. Τῶν προκειμένων τι χρὴ πράσσειν· μέλει γὰρ τῶνδ' ὅτοισι χρὴ μέλειν → Tomorrow is tomorrow. Future cares have future cures, and we must mind today.

Source

Greek Monolingual

ἐργοφόρος, -ον (Α)
(για τις μέλισσες) φιλόπονος, πολυάσχολος.