εφτάχορδος
From LSJ
ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat
Greek Monolingual
-η, -ο
επτάχορδος, με επτά χορδές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εφτα- + -χορδος (< χορ-δή), πρβλ. έγχορδος, μονόχορδος].