εχυρότης

From LSJ

ἀκμὴ οὐδὲ ἔχει γενέσεως ὑπόστασιν καθ' ἑαυτήν → the culmination has no power of originating by itself

Source

Greek Monolingual

ἐχυρότης, ἡ (Α) εχυρός
στερεότητα, ασφάλεια («ἀπρόσιτα διὰ τὴν ἐχυρότητα», Πολ.).