πανταχόθεν ἐρανίζεσθαι τὴν ἡδονήν → cull pleasure from every side, cull pleasure from every source
το1. άσκηση πίεσης, βία, καταναγκασμός2. δυσκολία, δυσχέρεια, αντίσταση («τά βρήκα ζόρι» — βρήκα δυσκολίες).[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. zor].