ημίσπαστος

From LSJ

Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
1. ο κατά το ήμισυ αποσπασμένος, μισοξεκολλημένος
2. (κατ' επέκτ.) μισοκατεστραμμένος.