ημερομηνία

From LSJ

Γύμναζε παῖδας· ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις → Exerce pueros: non exercebis virum → Mit Kindern übe, denn mit Männern ist's zu spät

Menander, Monostichoi, 104

Greek Monolingual

η
ορισμένη ημέρα του μήνα και του έτους κατά την οποία συνέβη κάποιο γεγονόςημερομηνία γεννήσεως»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημερ(ο)- + -μηνία (< μην), πρβλ. νουμηνία, τριμηνία].