θυμάω

From LSJ

οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἔσθ' ὁ πλοῦς → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth

Source

Greek Monolingual

(λαϊκ. τ.) θυμίζω («να μού θυμάει τον πόλεμο», δημ. τραγ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του θυμίζω].