θυμιῆται

From LSJ

Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid

Menander, Monostichoi, 145

Greek Monotonic

θῡμιῆται: Ιων. αντί -ᾶται, γʹ ενικ. Παθ. ενεστ. του θυμιάω.