ινσουλίνη

From LSJ

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source

Greek Monolingual

η
(βιοχ.) παγκρεατική ορμόνη που υπεισέρχεται στον μεταβολισμό τών γλυκιδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. insulin < λατ. insula «νησί»].